Η παραβολή της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής (Mτ. 21,33-43), η λεγόμενη «των γεωργών δολοφόνων», μας υπενθυμίζει το πώς η καλοσύνη του Θεού ξεπερνά πάντα την κακία των ανθρώπων, διότι τίποτε δεν μπορεί να σταματήσει τα σχέδια σωτηρίας που έχει ο Κύριος για την ανθρωπότητα.
Σε αυτήν την παραβολή ο οικοδεσπότης του αμπελώνα συμβολίζει τον Θεό, ο αμπελώνας τη Βασιλεία του Θεού πάνω στη γη, ο γιος του οικοδεσπότη τον Ιησού Χριστό, οι υπηρέτες που στάλθηκαν τους προφήτες, οι γεωργοί, στους οποίους είχε ανατεθεί ο αμπελώνας, τον λαό του Ισραήλ, και οι άλλοι γεωργοί, που στο τέλος καλούνται να φροντίζουν τον αμπελώνα, συμβολίζουν τους ανθρώπους ολόκληρου του κόσμου που θα αποτελέσουν, όχι πια έναν εκλεκτό λαό, αλλά την «Εκκλησία-Σώμα του Χριστού».
Η λειτουργία αυτής της Βασιλείας του Θεού πάνω στη γη έχει έναν πολύ σαφή στόχο: το να καλλιεργούνται οι καρποί της σωτηρίας προς όφελος των ανθρώπων. Εκείνος που ίδρυσε αυτή την Βασιλεία είναι ο ίδιος ο Θεός, γι’ αυτό γράφει: «ένας οικοδεσπότης φύτεψε έναν αμπελώνα…», γιατί ο Θεός είναι ο μόνος που μπορεί να ιδρύσει μια Βασιλεία αιώνια, σωτήρια και αγία, γεμάτη αλήθεια και δικαιοσύνη, και μόνο σ’ αυτόν ανήκει αυτή η Βασιλεία, επομένως μπορεί να δεχτεί εκεί όποιον θέλει, και να καλέσει όποιον θέλει να εργάζεται σ’ αυτήν.
Όμως πρόκειται για μια Βασιλεία που, χάρη στην άπειρη Σοφία του Υψίστου, ανατέθηκε σε ανθρώπους, στον λαό του Ισραήλ, έτσι ώστε η αγιότητα, η τελειότητα και το έλεος του Θεού να φανερώνονται πιο περισσότερο μπροστά στην ανθρώπινη αδυναμία και ατέλεια.
Οι άνθρωποι μάλιστα έλαβαν μια Βασιλεία που καταγόταν από τον Θεό, αλλά θέλησαν να κάνουν τη Βασιλεία αυτή δική τους, αφήνοντας τον Θεό απέξω, ώστε να ζήσουν μια ελευθερία εκτός από το θεϊκό νόμο και να ασκήσουν μια εγωιστική εξουσία, η οποία αναπόφευκτα θα οδηγήσει στην καταστροφή του ανθρωπίνου γένους. Γι’ αυτόν το λόγο, σύμφωνα με την παραβολή, οι γεωργοί απέρριψαν τους απεσταλμένους του οικοδεσπότη, δηλαδή τους προφήτες που έστειλε ο Θεός, οι οποίοι τους καλούσαν να μεταστρέψουν από μια ζωή χωρίς Θεό σε μια ζωή με τον Θεό, δηλαδή σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου.
«Ονομάζει ‘βασιλεία του Θεού’ τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, δηλαδή τις Αγίες Γραφές που έχει υπαγορεύσει ο Κύριος: πρώτον σε εκείνον τον πρωτόγονο λαό στον οποίο ανατέθηκαν τα πρώτα μυστήρια, δεύτερον στους Εθνικούς που παρήγαγαν καρπούς. Ο λόγος του Θεού δεν χορηγείται σε κανέναν, παρά μόνο σε αυτόν που καρποφορεί από αυτόν. Και η βασιλεία του Θεού δεν παραχωρείται σε κανέναν που η αμαρτία βασιλεύει μέσα του»[1], λέει ο Ωριγένης.
Μετά από πολλές ανεπιτυχείς προσπάθειες και παρόλο που οι άνθρωποι δολοφόνησαν τους ίδιους απεσταλμένος του Θεού, το έλεος του Κυρίου που δεν έχει όρια, προσδιόρισε κατά τη σωτήρια του πρόνοια να στείλει στους ανθρώπους τον ίδιο τον Υιό του, ως εξαιρετικό σημάδι της αγάπης του Θεού Πατέρα και σαφή απόδειξη του ελέους του.
Η παραβολή μας θυμίζει επίσης ότι κάθε φορά που ο άνθρωπος απορρίπτει τη θεία πρόσκληση για μεταστροφή, που είναι ταυτόχρονα εκδήλωση ελέους, το κακό στην καρδιά του αυξάνεται, μέχρι να γίνει δολοφόνος του πλησίον του, ένθερμος εχθρός του Θεού και του ό,τι τον αντιπροσωπεύει.
Στον καθένα μας ο Κύριος του έχει εμπιστευτεί έναν μικρό αμπελώνα στον οποίο πρέπει να εργαζόμαστε, ώστε να παράγει πολλούς καρπούς: πρόκειται για τη δική μας ζωή. Αν είμαστε σε θέση να ακούσουμε τη φωνή του και να δεχτούμε τη χάρη του, στον αμπελώνα της ψυχής μας ο Ιησούς θα είναι ο αμπελουργός και θα γίνουμε μέρος του μεγάλου αμπελώνα του στον κόσμο, της ουράνιας Βασιλείας της σωτηρίας πάνω στη γη.
[1] Ωριγένης, ομιλία 19 στο Κατά Ματθαίον.
You must be logged in to post a comment.