Η αντίδραση των μαθητών όταν είδαν τον Χριστό να περπατά στη θάλασσα ήταν εύλογα ανθρώπινη: ο άνθρωπος δεν μπορεί να περπατήσει πάνω στο νερό, παρά μόνο σε μια σταθερή και στερεά επιφάνεια, έτσι εκείνο το φαινόμενο δεν μπορούσε να είναι άλλο από κάτι ανώμαλο, έξω από το φυσικό ή το λογικό, και όχι απαραίτητα υπερφυσικό ή θεϊκό. Γι’ αυτό οι μαθητές νόμιζαν ότι έβλεπαν φάντασμα, κάτι μυστηριώδες και ανεξήγητο, όχι όμως ο ίδιος ο Ιησούς, ο Δάσκαλός τους, που περπατούσε πραγματικά πάνω στη θάλασσα.
Και έτσι, από την αμφιβολία του, ο Πέτρος μιλάει σε αυτό το «φάντασμα»: “αν είσαι εσύ… διάταξέ με να έλθω κοντά Σου επάνω στα νερά…”, δηλαδή αν αυτό το φαινόμενο ήταν πραγματικό και όχι φανταστικό, θα μπορούσε να περπατά και ο Πέτρος όπως το έκανε ο Ιησούς, τουλάχιστον χάρη στη δύναμη του Ιησού. Ποιος πραγματικά ήταν αυτός ο Ιησούς που είχε τέτοια ικανότητα να κάνει αυτό που κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει, ξεπερνώντας ακόμη και τις δυνάμεις της ίδιας της φύσης; Εκείνο το γεγονός που κοίταζαν πι μαθητές από το ταραγμένο σκάφος ήταν πραγματικό, όχι όμως φυσικό, αλλά υπερφυσικό, δηλαδή επρόκειτο για τη παρέμβαση της θεϊκής δύναμης πάνω στη φυσική και ανθρώπινη πραγματικότητα. Εκείνη τη στιγμή ο Ιησούς ενεργούσε σύμφωνα με μια θεία δύναμη, σύμφωνα με αυτό που γράφει ο Ψαλμός: «Η φωνή Κυρίου κυριαρχεί στα ύδατα, ο Θεός της δόξης βρόντηξε, ο Κύριος κυριαρχεί στα δυνατά νερά» (Ψαλ. 29,3), και έτσι φανέρωσε την κυριαρχία του πάνω στη φύση.
Ωστόσο, αφενός ο Χριστός διατάζει τα νερά να είναι σταθερό έδαφος για τα πόδια του, αφετέρου διατάζει τον Πέτρο να έρθει προς το μέρος του, αλλά με διαφορετικό αποτέλεσμα. Γιατί το θείο σχέδιο για τους ανθρώπους εκπληρώνεται μόνο εάν υπάρχει σταθερή πίστη στα ανθρώπινα καρδιά και μυαλό. Εκείνη την ημέρα τα ταραγμένα νερά της θάλασσας ήταν πιο σταθερά από την πίστη του Πέτρου! Και ο Πέτρος άρχισε να αμφιβάλλει για το θαύμα που έκανε ο Ιησούς πάνω απ’ αυτόν, για τη δύναμη που του είχε δώσει, γιατί φοβήθηκε για την επιθετικότητα της θάλασσας, ένιωσε τον φόβο του ενστίκτου αυτοσυντήρησης, υπέκυψε μπροστά στην αδυναμία των παθών του. Διότι πολλές φορές μάλιστα τα πάθη μας αδυνατίζουν την πίστη μας, σκοτεινιάζουν την ψυχή μας, ώστε να μη βλέπουμε καθαρά το φως του Θεού, και έτσι αρχίζουμε να βυθιζόμαστε στην τρικυμιώδη θάλασσα αυτού του κόσμου, γεμάτου τόσους κινδύνους και αναταραχές. Η πίστη του Πέτρου αδυνάτησε, εκείνος δίστασε και άρχισε να βουλιάζει, και κόντεψε να πνιγεί…
Και πάλι ο Ιησούς απαντά στο νέο αίτημα του Πέτρου: «Κύριε, σώσε με», του φωνάζει, και αυτή τη φορά ο Κύριος δεν του δείχνει μόνο τη δύναμή του, αλλά και το έλεός του, σύμφωνα με αυτό που ο βασιλιάς Δαβίδ αναφώνησε: «Από ψηλά [ο Κύριος] άπλωσε το χέρι και με άρπαξε, με έβγαλε από τα δυνατά νερά» (Β’ Σαμ. 22,17). Γιατί με τη μεγάλη του ευσπλαχνία ο Κύριος έρχεται πάντα σε βοήθεια των αδυναμιών μας.
Εξαιτίας όλων αυτών που είδαν οι μαθητές, λόγω της υπερφυσικής δύναμης του Ιησού και του ελέους του, και λόγω που είναι εκείνος η πηγή της αληθινής πίστης, αυτοί κατέληξαν και ομολόγησαν ότι εκείνος ήταν «ο γιος του Θεού» και τον προσκύνησαν. Βιώνουμε και εμείς στη ζωή μας γεγονότα που μερικές φορές είναι ανεξήγητα, που τα αποδίδουμε στην τύχη ή στη μοίρα, τα θεωρούμε «φαντάσματα» γιατί δεν εξηγούνται με απλό ανθρώπινο λόγο, αλλά μόνο με πίστη, επειδή ο Θεός μπορεί να κάνει ό,τι δεν μπορούνε ο άνθρωπος και η φύση. Και πάλι ο Χριστός μας λέει: «μη φοβάσαι… να περπατάς σταθερά… να μην αμφιβάλλεις… προχώρα πέρα…», γιατί η σταθερή πίστη είναι ικανή να κάνει τα ταραγμένα νερά αυτού του κόσμου ασφαλή δρόμο που μας καθοδηγεί στον Θεό.
You must be logged in to post a comment.