Το απόσπασμα της επιστολής του Αποστόλου Παύλου προς τους Ρωμαίους, που ακούσαμε στο δεύτερο Ανάγνωσμα (Ρωμ. 13,8-10,) μας θυμίζει μια από τις θεμελιώδεις αρχές της χριστιανικής ηθικής: «Θα αγαπήσεις τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου», την οποία έγραψε και σε άλλη επιστολή: «Άλλωστε όλος ο νόμος συνοψίζεται σε μια φράση: Στο ν’ αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου» (Γαλ. 5,14), προτροπή που επίσης επαναλαμβάνεται από τον Απόστολο Ιάκωβο στην επιστολή του: «Αν, βέβαια, εφαρμόζετε την εντολή του Θεού που, σύμφωνα με τη Γραφή, λέει: Ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου, καλά κάνετε» (Ιακ. 2,8), μεταδίδοντας έτσι τη διδασκαλία του Κυρίου Ιησού Χριστού που ισχυρίστηκε ότι αυτή ήταν «η δεύτερη, εξίσου σπουδαία» (βλ. Ματθ. 22,39) εντολή του Νόμου του Θεού (βλ. Λευ. 19,18).
Και λέμε ότι είναι μια «ηθική αρχή», γιατί δεν περιορίζεται σε ορισμένες ενέργειες που πρέπει να τις κάνουμε προς όφελος των άλλων, με βάση κάποια λίστα, αλλά μάλλον επεκτείνεται σε όλα τα είδη έργων που έχουν ως αντικείμενο το καλό του πλησίον και που πρέπει να είναι εμπνεόμενα από την αγάπη ως κινητήρα τους. Και παρόλο που υπάρχουν πολλά έργα που ορίζονται στο Νόμο του Μωυσή υπέρ του πλησίον, κατά κάποιο τρόπο όποιος αγαπά ειλικρινά και εγκάρδια τον πλησίον του, ήδη εκπληρώνει όλες αυτές τις εντολές.
Επομένως, τα έργα μας, μικρά ή μεγάλα, για το καλό του πλησίον μας, οφείλουν να είναι πάντα γεμάτα με αγάπη, όπως ό,τι κάνει ο Θεός υπέρ του ανθρώπου, το κάνει με αγάπη, σύμφωνα με ότι είναι γραμμένο: «τόσο αγάπησε ο Θεός τον κόσμο…» (Ιω. 3,16). Για το λόγο αυτό, αυτή η χριστιανική ηθική αρχή ή εντολή είναι τόσο μεγάλη που ονομάζεται «δεύτερη… όμοια με την πρώτη» (βλ. Μτ. 22,39), επειδή από αυτήν προκύπτει, ως από πηγή, ένας άπειρος αριθμός καλών πράξεων που δεν μπορούν να περιοριστούν σε ορισμένες εντολές.
Ο Απόστολος άλλοτε περιγράφει με παραδείγματα τις πράξεις που προέρχονται από την αγάπη προς τον πλησίον, και λέει: «Η συμπεριφορά του καθενός μας να είναι αρεστή στον πλησίον, ώστε να τον βοηθάει να προκόβει στο αγαθό» (Ρωμ. 15,2), «Όσο έχουμε, λοιπόν, ακόμα την ευκαιρία, ας κάνουμε το καλό σε όλους, και κυρίως σ’ αυτούς που έχουν την ίδια πίστη μ’ εμάς» (Γαλ. 6,10), «Να δείχνετε με στοργή την αγάπη σας για τους άλλους πιστούς. Να συναγωνίζεστε ποιος θα δείξει περισσότερη εκτίμηση στον άλλο» (Ρωμ. 12,10), και πολλά άλλα.
Από την άλλη πλευρά, ό,τι αντίκειται στο καλό των άλλων είναι αντίθετο με αυτήν την ηθική αρχή, γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος λέει που όποιος αγαπά: «δεν κάνει κακό στον πλησίον», και απαριθμεί μερικές κακές πράξεις ή αμαρτίες, που είναι γραμμένες στο Δεκάλογο: «μη μοιχέψεις, μη φονεύσεις, μην κλέψεις, μην επιθυμήσεις» τα του πλησίον σου. Πράγματι, η έλλειψη αγάπης για τον πλησίον είναι δυστυχώς μια ανεξάντλητη πηγή κακών πράξεων και αδικιών εναντίον των αδελφών μας.
Έτσι λοιπόν, τόσο στο πρώτο Ανάγνωσμα (Ηζ. 33,7-9) όσο και στο Ευαγγέλιο αυτής της Κυριακής (Μτ. 18,15-20), το θέμα εστιάζεται πάνω στη «νουθεσία» του αδελφού που σφάλλει με τη συμπεριφορά του, και πρέπει να πλαισιώνεται στη διάσταση του «να θέλουμε το καλό του», να τον βοηθήσουμε να επιστρέψει στον καλό δρόμο της χριστιανικής ζωής, να μην αναζητάμε τόσο την καταδίκη ή την τιμωρία του, αλλά μάλλον «να μετανοήσει και να ζήσει» (πρβλ. Ηζ. 18,23), γιατί με αυτόν τον τρόπο, όπως λέει ο Ιησούς: «κέρδισες τον αδελφό σου», και δεν υπάρχει μεγαλύτερο έργο από το να επιδιώκουμε την πνευματική σωτηρία των συνανθρώπων μας.
You must be logged in to post a comment.